Η ΔΙΡΟΦΙΛΑΡΙΩΣΗ ΣΤΟ ΣΚΥΛΟ ΚΑΙ ΣΤΗ ΓΑΤΑ
Η διροφιλαρίωση προκαλείται από το ενδοπαράσιτο Dirofilariaimmitisκαι στο σκύλο μεταδίδεται με 10-15 είδη κουνουπιών και ιδιαίτερα εκείνα που ανήκουν στα γένη culex,Aedesκαι Anopheles.Τα άγρια ζώα που χρησιμεύουν ως δεξαμενή του παρασίτου στη φύση περιλαμβάνονται ο λύκος,το κογιότ,η αλεπού,η γρίζα φώκια,οι ωταρίες,το ρακούν και η νυφίτσα.Η διροφιλαρίωση είναι δύσκολο να ξεριζωθεί από την περιοχή στην οποία έχει εγκατασταθεί και συνεπώς όλοι οι σκύλοι θα πρέπει να ελέγχονται σε τακτά χρονικά διαστήματα και ιδιαίτερα εκείνοι που ζούν σε ενδημικές περιοχές.Τέλος στους αρσενικούς,τους μεγαλόσωμους και τους σκύλους που ζούν έξω από το σπίτι,ο κίνδυνος της μόλυνσης είναι μεγαλύτερος χωρίς να επιρεάζεται από το μήκος του τριχώματος.
Η κλινική εικόνα της νόσου εξαρτάται από το παρασιτικό φορτίο,τη διάρκεια της παρασίτωσης και την αλληλεπίδραση παρασίτου-ξενιστή.Οι σκύλοι με μέτριου και έντονου βαθμού διροφιλαρίωση εμφανίζουν εύκολη κόπωση,βήχα,δύσπνοια και ξηρούς ρόγχους.Η αιμόπτυση εμφανίζεται στη βαριά μορφή της νόσου και οφείλεται στην πνευμονική θρομβοεμβολή όπου εμφανίζεται συνήθως μετά την ενηλικοκτόνο θεραπεία,αλλά μπορεί να παρατηρηθεί και πρίν.Η οξεία δύσπνοια και οι κυψελιδικού τύπου ακτινοσκιερότητες στο πνευμανικό παρέγχυμα προκαλούνται από το φυσικό θάνατο των φιλαρίων.Οι λιποθυμικές κρίσεις οφείλονται στην έντονου βαθμού πνευμονική αρτηριοπάθεια και στην πνευμονική υπέρταση.Τα συμπτώματα της αυξημένης κεντρικής φλεβικής πίεσης δείχνουν ότι υπάρχει σοβαρή πνευμονική υπέρταση με επικείμενη ή εγκατεστημένη δεξιά ΣΚΑ και τέλος τις περισσότερες φορές εμφανίζεται το σύνδρομο της κοίλης φλέβας(οξεία αιμολυτική κρίση από την έμφραξη της κοίλης φλέβας με ενήλικες φιλάριες).Το νεφροσικό σύνδρομο μπορεί να εμφανιστεί από τη βαριά σπειραματοπάθεια που παθολογοανατομικά εκφράζεται ως αμυλοείδωση και σπειραματονεφρίτιδα από ανοσοσύμπλοκα.Το νεφρωσικό σύνδρομο εκδηλώνεται με πρωτεινουρία,υπολευκωματιναιμία,υπερχοληστερολαιμία,αζωθαιμία,ασκίτη και μερικές φορές με υποδόριο οίδημα στην περιφέρεια του αίματος. Η κλινική εικόνα της νόσου στη γάτα είναι κάπως διαφορετική από το σκύλο.Τα συνηθέστερα συμπτώματα είναι οι έμετοι,οι λιποθυμικές κρίσεις,το σύνδρομο που μοιάζει με το βρογχικό άσθμα,ο βήχας,ο αιφνίδιος θάνατος και τα νευρικά από το ΚΝΣ.Ο βήχας στη γάτα οφείλεται σε αλλεργικές και σε παρασιτικές πνευμονοπάθειες.Οι έμετοι είναι συχνό σύμπτωμα και εμφανίζονται σποραδικά.Τις περισσότερες φορές δεν έχει σχέση με το φαγητό αν και το έμεσμα μπορεί να είναι τροφώδους σύστασης.Τα κύρια χαρακτηριστικά του εμέσματος είναι η βλέννη και η χολή.Ο αιφνίδιος θάνατος μπορεί να έχει σχέση με το φυσικό θάνατο των φιλαρίων και την πνευμονική θρομβοεμβολή που εμφανίζεται συχνότερα στη γάτα από το σκύλο.Τα νευρικά συμπτώματα και ιδιαίτερα οι επιληπτικές κρίσεις εμφανίζονται σποραδικά όταν οι προνύμφες μεταναστεύσουν άτυπα στον εγκέφαλο.
Η διάγνωση της νόσου στηρίζεται στο ιστορικό(ταχύπνοια,εύκολη κόπωση,βήχα και στους περισσότερους σκύλους δεν έχει γίνει προληπτική αγωγή),στην κλινική εξέταση(κατά την ακρόαση των πνευμόνων ενδέχεται να ακουστούν ξηροί ρόγχοι συρίττοντες και ρεγχάζοντες και συμπτώματα πνευμονικής υπέρτασης όπως είναι η εύκολη κόπωση,η δύσπνοια,η ταχύπνοια,οι λιποθυμικές κρίσεις και ο διπλασιασμός του δεύτερου καρδιακού τόνου),στις εργαστηριακές εξετάσεις(οι εξετάσεις που θα πρέπει να γίνονται σε κάθε ύποπτο σκύλο και πρίν ξεκινήσει η θεραπεία είναι ο αιματοκρίτης,το άζωτο της ουρίας(BUN),το ειδικό βάρος των ούρων,η μέτρηση των πρωτεινών στο ούρο και η ορολογική δοκιμή για το αντιγόνο της διροφιλάριας),στις ανοσοδιαγνωστικές εξετάσεις(τα ψευδώς θετικά αποτελέσματα οφείλονται στη λανθασμένη εκτέλεση της εξέτασης και η απουσία των μικροφιλαρίων στο αίμα των μολυσμένων σκύλων είναι συχνή 10%-50% ενώ στις προσβεβλημένες γάτες μόνο σπάνια ανιχνεύονται στο αίμα),στις εξετάσεις για την ανίχνευση των αντιγόνων της διροφιλάριας(η ορολογική εξέταση γίνεται εύκολα με την ELISAόπου στο εμπόριο υπάρχουν αρκετά σκευάσματα με μεγάλη ειδικότητα και ευαισθησία),στην ανίχνευση των μικροφιλαρίων(η εξέταση για μικριφιλάριες συνιστάται να γίνεται σε σκύλους στους οποίους η αντιγονική εξέταση είναι θετική και μόνο όταν σχεδιάζεται να εξουδετερωθούν με τη χορήγηση οξιμικής μιλμπεμυκίνης.Αμέσως μετά τη λήψη αίματος πρέπει να γίνεται εξέταση σε άμεσο επίχρισμα και όταν αυτή είναι αρνητική συνιστάται η επανεξέταση του δείγματος με την τεχνική της συμπύκνωσης),στην ακτινολογική εξέταση(συχνό εύρημα είναι η διάταση του κύριου στελέχους της πνευμονικής αρτηρίας στη θέση 1 του ρολογιού σε κοιλιοραχιαία και ραχιοκοιλιακή προβολή.Η ελικοειδής πορεία και η απότομη απόληξη των αρτηριών απεικονίζονται καλύτερα στην ραχιοκοιλιακή λήψη),στη γενική εξέταση αίματος(παρατηρείται εωσινοφιλία,βασιφιλία,ουδετεροφιλική λευκοκυττάρωση,θρομβοκυτταροπενία,αύξηση του χρόνου πήξης αίματος και τέλος αιμοσφαιριναιμία που παρατηρείται στο σύνδρομο της κοίλης φλέβας και στη βαριά πνευμονική θρομβοεμβολή.Η ηπαρίνη στη δόση των 75 ως 200 U/Kg ΣΒ υποδόρια κάθε 8 ώρες περιορίζει την αιμοσφαιρινουρία και συντελεί στην αύξηση του αριθμού των αιμοπεταλίων),στη βιοχημική εξέταση και στην ανάλυση των ούρων(παρατηρείται αζωθαιμία σε σκύλους που παρουσιάζουν επιπλοκές της νόσου,προνεφρική αζωθαιμία στα αφυδατωμένα και στα καρδιοπαθή ζώα,νεφρική αζωθαιμία ενδέχεται να προκληθεί από τις σπειραματοπάθειες όπως η σπειραματονεφρίτιδα από ανοσοσύμπλοκα και η αμυλοείδωση του νεφρού,αύξηση της δραστηριότητας των ηπατικών ενζύμων,ακόμη και όταν είναι 10 φορές πάνω από το φυσιολογικό δεν επιρεάζει την έκβασει της θεραπείας,τις επιπλοκές και το χρόνο επιβίωσης.Ενδέχεται να προκληθεί και ηπατική ανεπάρκεια που αποδεικνύεται από την αυξημένη συγκέντρωση των χολικών οξέων.Η πρωτεινουρία είναι συχνή και περισσότερη έντονη στα ζώα που προσκομίζονται με βαριά παρασίτωση ή με αμυλοείδωση του νεφρού.Όταν η πρωτεινουρία είναι έντονου βαθμού προκαλείται υπολευκοματιναιμία.Η θεραπεία αντενδείκνυται σε ζώα με νεφρωσσικό σύνδρομο.Τέλος όταν απουσιάζει η υπολευκοματιναιμία η πρωτεινουρία υποχωρεί με την αποτελεσματική θεραπεία της διροφιλαρίωσης),στην ηλεκτροκαρδιογραφική εξέταση και στην υπερηχοτομογραφική εξέταση(ενδέχεται να αποκαλύψη τη διόγκωση της δεξιάς κοιλίας και της πνευμονικής αρτηρίας.Η υπερυχοτομογραφική εξέταση είναι η μέθοδος εκλογής για τη διάγνωση της κοίλης φλέβας).
Όσο αναφορά τη θεραπεία περιλαμβάνει τη χορήγηση της μικροφιλαριοκτόνου αγωγής η οποία στηρίζεται στη μηνιαία χορήγηση της οξιμικής μιλμπεμυκίνης στη δόση 0.5-0.99mg\kg ΣΒ από το στόμα,τη χορήγηση σελαμεκτίνης στη δόση των 6mg\kgΣΒ διάλυμα επιτόπιας επίχυσης,τη χορήγηση μοξιδεκτίνης στη δόση των 1-3μg\kg ΣΒ από το στόμα και τη χορήγηση της ιβερμεκτίνης στη δόση των 50μg\kg ΣΒ από το στόμα.Όλα αυτά τα σχήματα θεωρούνται ασφαλή για τις ευαίσθητες φυλές από τις μακροκυκλικές λακτόνες.Επίσης θα πρέπει να γίνεται και περιορισμός της κινητικής δραστηριότητας του ζώου διάρκειας 2-3 μηνών και στη συνέχεια να ακολουθεί η ενηλικοκτόνος αγωγή.Σε σκύλους με έντονη μικροφιλαριαιμία,πάνω από 40000 άτομα\ml αίματος υπάρχει κίνδυνος αναφυλακτικής αντίδρασης από το μαζικό θάνατο μικροφιλαριών και άρα συστήνεται η ταυτόχρονη χορήγηση γλυκοκορτικοειδών ή\και αντιισταμινικών π.χ. πρεδνιζολόνης στη δόση 1mg\kgΣΒ από το στόμα μία ώρα πρίν από τη μικροφιλαριοκτόνο αγωγή και έξι ώρες μετά,ή δεξαμεθαζόνη στη δόση 0.25 mg\kgΣΒ ενδοφλέβια ή ενδομυικά μία ώρα περίπου πρίν από τη χορήγηση της μικροφιλαριοκτόνου αγωγής.Η ενηλικοκτόνος αγωγή περιλαμβάνει τη χορήγηση της διυδροχλωρικής μελαρσομίνης.Χορηγείται με βαθιά ενδομυική ένεση στο μήκιστο θωρακοοσφυικό μύ της ενιαίας μάζας του σκύλου μεταξύ τρίτου και πέμπτου οσφυικού σπονδύλου και οι επιπλοκές που μπορεί να εμφανιστούν είναι ο ήπιος πόνος και η φλεγμονή στο σημείο της έγχυσης.Το εναλλακτικό πρωτόκολλο περιλαμβάνει μία ένεση στη δόση των 2.5mg\kgΣΒ και μετά από 1-2 μήνες δύο ενέσεις με μεσοδιάστημα 24 ωρών στη παραπάνω δόση.Τα πλεονεκτήματα του εναλλακτικού είναι ότι η θανάτωση φτάνει μέχρι και 98% των ενηλίκων ενώ στο κλασσικό η θανάτωση φτάνει στο 90% και τέλος μειώνεται ο κίνδυνος της πνευμονικής θρομβοεμβολής.Τα μειονεκτήματα του εναλλακτικού είναι το μεγαλύτερο κόστος και η αυξημένη διάρκεια του περιορισμού του ζώου.Το κλασσικό πρωτόκολλο περιλαμβάνει δύο ενέσεις στη δόση των 2.5mg\kg ΣΒ με μεσοδιάστημα 24 ωρών.Η επικουρική αγωγή περιλαμβάνει τη χορήγηση τετρακυκλινών όπως είναι η δοξυκυκλίνη(στη δόση των 10 mg\kgΣΒ από το στόμα κάθε 12 ώρες για 1 μήνα)μειώνει τη φλεγμονώδη αντίδραση του ξενιστή κατά το θάνατο των παρασίτων και εμποδίζει την ανάπτυξη ωρίμανσης του παρασίτου και κυρίως των προνυμφών του τρίτου και τέταρτου σταδίου.Η ιβερμεκτίνη και η δοξυκυκλίνη έχουν σημαντική μικροφιλαριοκτόνο και ενηλικοκτόνο δράση και τα γλυκοκορτικοειδή αποσκοπούν στην αντιμετώπιση της φλεγμονής στα πνευμονικά αγγεία και μειώνουν την ένταση των θρομβοεμβολικών επισοδείων.Σε σκύλους με μεγάλο παρασιτικό φορτίο χορηγείται πρεδνιζολόνη από το στόμα ταυτόχρονα με την έναρξη της μικροφιλαριοκτόνου και της ενηλικοκτόνου αγωγής σε δόση 0.5 mg\kgΣΒ κάθε 12 ώρες την πρώτη εβδομάδα κάθε δεύτερη εβδομάδα για τις επόμενες 1-2 εβδομάδες.Η ασπιρίνη αμφισβητείται όσο αναφορά τη χορήγησή της ως τμήμα της επικουρικής θεραπείας ενώ η ηπαρίνη συστήνεται για την άμεση αντιμετώπιση της πνευμονικής θρομβοεμβολής.Η θεραπεία του πρώτου και δεύτερου σταδίου περιλαμβάνει την έναρξη της μικροφιλαριοκτόνου αγωγής εφ’ όρου ζωής(μηνιαίως),την έναρξη χορήγησης δοξυκυκλίνης,τη μείωση της κινητικής δραστηριότητας,τη χορήγηση της μελαρσομίνης μετά από 2 και 3 μήνες π.χ. στις 60 ημέρες στη συνέχεια στις 90 ημέρες και στις 91 ημέρες μετά τη διάγνωση και
περιορισμός της κινητικής δραστηριότητας μετά τη χορήγηση της μελαρσομίνης.Στα ζώα με κλινικά συμπτώματα γίνονται 3 κύκλοι χορήγησης πρεδνιζολόνης διάρκειας 4 εβδομάδων συνήθως κατά την έναρξη της μικροφιλαριοκτόνου αγωγής καθώς και μετά την πρώτη και την δεύτερη ένεση της μελαρσομίνης για 6-8 εβδομάδες μετά τη τελευταία χορήγηση της μελαρσομίνης και αντιγονικός έλεγχος 6 μήνες μετά τα τέλη της ενηλικοκτόνου αγωγής.Κατά την αγωγή του τρίτου σταδίου αρχικά θα πρέπει να αντιμτωπιστεί η συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια(διουρητικά,ανάλατη τροφή και αναστολείς του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτενσίνης),περιορισμός της κινητικής δραστηριότητας του ζώου,αναβολή χορήγησης της μικροφιλαριοκτόνου και της ενηλικοκτόνου αγωγής μέχρι την ανταπόκριση του ζώου σρα φαρμακευτικά και διαιτητικά μέτρα.Μετά τη σταθεροποίηση της κατάστασης του ζώου συστήνεται η έναρξη χορήγησης της μικροφιλαριοκτόνου αγωγής και δοξυκυκλίνης και τέλος χορήγησης ενηλικοκτόνου αγωγής 4-12 εβδομάδες μετά τη σταθεροποίηση του ασθενούς ζώου.Στη θεραπεία του τέταρτου σταδίου θα πρέπει να εφαρμόζεται σταθεροποίηση του ασθενούς ζώου,μηχανική αφαίρεση των παρασίτων υπό ακτινοσκοπική εξέταση,έναρξη χορήγησης μικροφιλαριοκτόνου αγωγής και δοξυκυκλίνης αμέσως μετά τη μηχανική αφαίρεση και τέλος χορήγηση ενηλικοκτόνου αγωγής ένα μήνα μετά τη μηχανική αφαίρεση.
Οι πιο συχνές επιπλοκές που μπορεί να εμφανιστούν είναι η πνευμονική θρομβοεμβολή η οποία αντιμετωπίζεται με τη μείωση της κινητικής δραστηριότητας του ζώου,χορήγηση οξυγόνου(μέσω κλωβού ή με ενδορινική χορήγηση 50-100 ml\kgΣΒ\λεπτό),αντιπηκτικά και πρεδνιζολόνη(1mg\kg ΣΒ από το στόμα ή ενδομυικά\ημέρα για 3-7 ημέρες).Άλλη επιπλοκή που μπορεί να εμφανιστεί είναι η σπειραματονεφρίτιδα η οποία αντιμετωπίζεται με την ενδοφλέβια χορήγηση ορών (LR 2-3ML\KG ΣΒ\ώρα για 48 ώρες),τακτικός επανέλεγχος της νεφρικής λειτουργίας και χορήγηση της μικροφιλαριοκτόνου και της ενηλικοκτόνου αγωγής συνιστάται μόνο όταν έχουν υποχωρήση τα συμπτώματα της σπειραματονεφρίτιδας.Στην εωσινοφιλική πνευμονίτιδα οι κλινικές εκδηλώσεις και τα απεικονιστικά ευρήματα υποχωρούν σε 1 εβδομάδα μετά από τη χορήγηση γλυκοκορτικοειδών(1-2mg\kg ΣΒ την ημέρα).Στην εωσινοφιλική κοκκιωματώδης πνευμονίτιδα χορηγούνται γλυκοκορτικοειδή σε αυξημένη δόση(2-4mg\kgΣΒ την ημέρα) και ανοσοκατασταλτικές ουσίες(αζαθειοπρίνη).Η δεξιά συμφοριτική καρδιακή ανεπάρκεια παρατηρείται σε σκύλους με τρίτου ή τέταρτου σταδίου και εμφανίζεται στο 50% των σκύλων.Η ενηλικοκτόνος αγωγή αρχίζει μετά τη μείωση της πνευμονικής υπέρτασης και βελτίωση της περιφερικής λειτουργίας και την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων της συμφόρησης με ανάλατη τροφή,διουρητικά και ταυτόχρονη χορήγηση αναστολέων του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτενσίνης(εναλαπρίλη,βεναζεπρίλη).Εάν υπάρξει ανταπόκριση στη θεραπεία συνιστάται η έναρξη της ενηλικοκτόνου αγωγής μετά από 4-6 εβδομάδες.
Η προληπτική αγωγή θα πρέπει να αρχίζει όταν η μέση ημερήσια θερμοκρασία ξεπερνά τους 11 βαθμούς κελσίου.Στα θερμότερα κλίματα η προληπτική αγωγή θα πρέπει να εφαρμόζεται όλο το χρόνο.Η προληπτική αγωγή μπορεί να ξεκινήσει από την ηλικία των 6-8 εβδομάδων.Τα φάρμακα που χορηγούνται για την πρόληψη της νόσου είναι η ιβερμεκτίνη,η οξιμική μιλμπεμυκίνη,η σελαμεκτίνη,η μοξιδεκτίνη και η διαιθυλοκαρβαμαζίνη(στους μικροφιλαριαιμικούς σκύλους δεν πρέπει να αρχίζει η πρόληψη με διαιθυλοκαρβαμαζίνη επειδή υπάρχει ο κίνδυνος φαρμακευτικής αντίδρασης).
Όσο αναφορά την πρόγνωση είναι καλή σε σκύλους με πρώτου και δεύτερου σταδίου ενώ σε ζώα με βαρύτερη κλινική εικόνα η πρόγνωση είναι επιφυλακτική ως δυσμενής.Ορισμένα ζώα απαλλάσσονται από τα παράσιτα χωρίς ταυτόχρονη ίαση της δεξιάς συμφορητικής καρδιακής ανεπάρκειας.Τα απεικονιστικά ευρήματα στους πνεύμονες ενδέχεται να παραμείνουν ή να επιδεινωθούν τους πρώτους 6 μήνες μετά την αγωγή και να αρχίσουν να υποχωρούν σταδιακά στους επόμενους 2-3 μήνες.Η παραμονή του για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα υποδηλώνει αποτυχία της ενηλικτόνου αγωγής.Η πνευμονική υπέρταση μπορεί να παραμείνει 6 μήνες μετά την αγωγή ενώ η δεξιά καρδιακή ανεπάρκεια και η σπειραματονεφρίτιδα υποχωρούν τους επόμενους μήνες και το σύνδρομο της οπίσθιας κοίλης φλέβας,η εωσινοφιλική κοκκιωματώδης πνευμονίτιδα,η εκτεταμένη πνευμονική θρομβοεμβολή και το σύνδρομο της διάχυτης ενδοαγγειακής πήξης έχουν δυσμενή πρόγνωση.