H ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΣΥΧΝΩΝ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΩΝ ΣΤΟ ΣΚΥΛΟ ΚΑΙ ΣΤΗ ΓΑΤΑ
Ο κτηνίατρος στην καθημερινή κλινική πράξη καλείται να αντιμετωπίσει πολλά περιστατικά.Τα συνηθέστερα που τον απασχολούν είναι αυτά των οποίων τα συμπτώματα είναι ο έμετος, ηδιάρροια και ο βήχας.Στις παρακάτω παραγράφους θα αναλύσουμε ορισμένα νοσήματα τα οποία χαρακτηρίζονται απο τα παραπάνω συμπτώματα.
Πολλά περιστατικά προσκομίζονται στο ιατρείο με συμπτώματα διάρροιας και εμέτου.Ο κτηνίατρος θα πρέπει να κάνει διαφορική διάγνωση της διάρροιας του λεπτού και του παχέος εντέρου και της αναγωγής απο τον εμετό.Τα χαρακτηριστικά της διάρροιας απο το λεπτό έντερο είναι ότι τα κόπρανα δεν περιέχουν βλέννα ούτε και αίμα,εαν εξαιρέσουμε τις οξείες αιμορραγικές διάρροιες,παρατηρείται στεατόρροια και άπεπτες ουσίες.Κατά την αφόδευση δεν παρατηρείται πόνος και τεινεσμοί ενώ η συχνότητα είναι 2 έως 3 φορές την ημέρα.Παρατηρούνται επίσης βορβορυγμοί,σιαλόρροια, έμετος και απώλεια βάρους.Η διάρροια του παχέος εντέρου χρακτηρίζεται απο βλέννα, άιμα,τεινεσμοί και πόνο κατά την αφόδευση με συχνότητα περισσότερες απο 3 φορές την ημέρα.Η αναγωγή χαρακτηρίζεται απο άπεπτη τροφή με σάλιο,άιμα ζωηρού κόκκινου χρωματος, οισοφαγοδυνία, το ζώο ξανατρώει την τροφή του και με συνοδά συμπτωματα εισροφητητικής βρογχοπνευμονίας και μυικής ατροφίας.Ο εμετός χαρακτηρίζεται απο μερικώς πεφθείσα τροφή,σάλιο και γαστρικό-δωδεκαδακτυλικό υγρό με όξινο PH , με παρουσία αίματος μαύρου χρώματος και με συνοδά συμπτώματα απο το έντερο ή και απο άλλα συστήματα ανάλογα με την αιτιολογία του εμέτου.
‘Ενα απο τα σοβαρότερα ιογενή νοσήματα του σκύλου έιναι η νόσος Carre, η οποία παρουσιάζεται συχνά στην κλινική πράξη.Ο ιός της νόσου είναι παραμυξοιός και έχει συγγενή σχέση με τον ιό της ιλαράς του ανθρώπου και μεταδίδεται απο τις εκκρίσεις και απεκκρίσεις των άρρωστων ζώων,απο την επαφή με διάφορα αντικείμενα που έχουν μολυνθεί,με κάθετη μετάδοση και σε συνθήκες συνωστισμού.Η κλινική εικόνα της νόσου χαρακτηρίζεται απο γενικά συμπτώματα(ανορεξία,αφυδάτωση,διφασικός πυρετός),απο αναπνευστικα συμπτώματα(ορώδες ή βλεννοπυώδες οφθαλμικό και ρινικό έκκριμα,παραγωγικός βήχας,ταχύπνοια,δύσπνοια),απο συμπτώματα του πεπτικού συστήματος(έμετοι,διάρροια)απο οφθαλμολογικές διαταραχές(κερατοεπιπεφυκίτιδα,χοριοαμφιβληστροειδίτιδα,αιφνίδια απώλεια της όρασης),απο νευρολογικά συμπτώματα(οξεία εγκεφαλίτιδα,μεσεγκεφαλικό, παρεγκεφαλιδικό-αιθουσαίο σύνδρομο,μυελίτιδα,μυοκλονίες).Άλλες κλινικές εκδηλώσεις που μπορούν να παρατηρηθούν είναι η υπερκεράτωση των πελματικών φυμάτων και του ακρορινίου,φλυκταινώδης δερματίτιδα στην κάτω επιφάνεια της κοιλίας και σε νεογέννητα κουτάβια κάτω των 7 ημερών ο ιός μπορεί να προκαλέσει μυοκαρδίτιδα.
Η διάγνωση της νόσου τίθεται με την κλινική εικόνα, την αιματολογική εξέταση όπου παρατηρείται λεμφοπενία και ουδετεροφιλική λευκοκυττάρωση ,την ακτινογραφία του θώρακα όπου ανευρίσκονται αλλοιώσεις διάμεσης πνευμονίας και διάχυτες αλλοιώσεις βρογχικού και κυψελιδικού τύπου,την ανάλυση του εγκεφαλονωτιαίου υγρού όπου μπορεί να διαπιστωθεί πλειοκυττάρωση λεμφοκυττάρωση ή αυξηση της συγκέντρωσης των ολικών πρωτεινών,την ορολογική εξέταση και τις ιολογικές εξετάσεις.
Η θεραπεία της νόσου είναι υποστηρικτική και συμπτωματική.Χορηγούνται ευρέως φάσματος αντιβιοτικά(κεφαλοσπορίνες,φθοριοκινολόνες) για την αντιμετώπιση της πνευμονίας,ισότονοι οροί παρεντερικά.Σε περιστατικά με εμέτους και διάρροιες χορηγούνται αντιεμετικά(μετοκλοπραμίδη,ρανιτιδίνη,σιμετιδίνη) και εφαρμόζονται διαιτητικά μέτρα.Σε επιληπτικές κρίσειςχορηγείται ενδοφλέβια και μία μόνο φορά δεξαμεθαζόνη(1-2mg/kg ΣΒ)για την αντιμετώπιση του εγκεφαλικού οιδήματος ενώ μπορεί να χρειαστεί να γίνει αντιεπιληπτική αγωγή με φαινοβαρβιτάλη,διαζεπάμη και βρωμιούχο κάλιο.Η υποστηρικτική θεραπεία στηρίζεται στον τακτικό καθαρισμό των μυκτήρων και των οφθαλμών,στην απο το στόμα ή παρεντερική ενυδάτωση και στην διατροφική υποστήριξη του ζώου.Η πρόληψη στηρίζεται στην παθητική ανοσοπoίηση των ζώων που γίνεται με την λήψη πρωτογάλακτος απο την μητέρα τους.Τα μητρικά αντισώματα προστατέυουν τα περισσότερα κουτάβια μέχρι τον απογαλακτισμό και στη συνέχεια πρέπει να εφαρμόζεται το εμβολιακό προγραμμα.
Ενα άλλο ιογενές νόσημα εξίσου συχνό στην κλινική πράξη είναι η παρβοίωση του σκύλου.Η μετάδοση της νόσου γίνεται με τα κόπρανα και το ζώο μολύνεται μέσω της πεπτικής οδού.Η νόσος εκδηλώνεται με απότομη ανορεξία,πυρετό,εμέτους,αιμορραγική και δύσοσμη διάρροια,αφυδάτωση, κατά την ψηλάφηση των εντερικών ελίκων παρατηρείται πόνος και διαστολή λόγω υδαρούς περιεχομένου και πολλών αερίων.Επίσης μπορεί να διαπιστωθεί υποθερμία, κυκλοφορική καταπληξία,ίκτερος,αιμορραγική διάθεση,πνευμονικό οίδημα που οφέιλεται στο σύνδρομο της οξείας αναπνευστικής δυσχέρειας.
Ηδιάγνωση στηρίζεται στην κλινική εικόνα,στις αιματολογικές εξετάσεις(λευκοπενία λόγω της λεμφοπενίας και της ουδετεροπενίας),στις βιοχημικές εξετάσεις(υποκαλιαιμία,υπογλυκαιμία,υπολευκωματιναιμία και αυξηση της δραστηριότητας των ηπατικών ενζύμων),στην ακτινολογική εξέταση όπου παρατηρείται διάταση των εντέρικων ελίκων ,στις ορολογικές εξετάσεις(μέτρηση των IgMσφαιρινών)και τέλος στις ιολογικές εξετάσεις(ανίχνευση του ιού στα κόπρανα με τα εμπορικά διαγνωστικά αντιδραστήρια σε μη εμβολιασμένα ζώα).
Η θεραπεία είναι υποστηρικτική.Χορηγούνται ισότονοι οροί ενδοφλέβια και παράλληλα θα πρέπει να ελέγχεται το κάλιο,η γλυκόζη και το μαγνήσιο όπου σε περίπτωση χαμηλών τιμών να προστίθονται στον ορό.Σε περίπτωση που δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν οι αιμοδυναμικές διαταραχές χορηγούνται κολλοειδή διαλύματα και υποκατάστατα πλάσματος.Επίσης χορηγούνται αντιβιοτικά(αμπικιλλίνη,κεφαζολίνη,φθοριοκινολόνη όπου δεν πρέπει να χορηγείται σε νεαρά ζώα διότι προκαλεί αλλοιώσεις στους αρθρικούς χόνδρους)παρεντερικά,αντιεμετικά φάρμακα,αντιδιαρροικά σε επίμονες διαρροιες(λοπεραμίδη),διαιτητικά μέτρα(τροφή και νερό μετά απο 12-24 ώρες),μετάγγιση ολικού αίματος όταν διαπιστώνεται εντονη αιμορραγική αναιμία και υποπρωτειναιμία ενώ μετάγγιση πλάσματος όταν διαπιστώνεται το σύνδρομο της διάχυτης ενδοαγγειακής πήξης.Η πρόληψη της νόσου στηρίζεται στην απομόνωση των άρρωστων ζώων,στον εμβολιασμό και στα μητρικά αντισώματα.
Hλοιμώδης τραχειοβρογχίτιδα του σκύλου που είναι γνωστή και ως βήχας των κυνοτροφείων χαρακτηρίζεται απο υψηλή μεταδοτικότητα και εκδηλώνεται με αιφνίδιο και παροξυστικό βήχα.Οι πιο συχνοί αιτιολογικοί παράγοντες είναι ο ιός της παραινφλουέντζας,στον κοκκοβάκιλο Bordetellabronchiseptica,στον αδενοιό,στον ερπητοιό και στα μυκοπλάσματα.Η νόσος μεταδίδεται με την άμεση επαφή των εκπνεόμενων εκκρίσεων του αναπνευστικού και η εξάπλωση γίνεται σε συνθήκες συνωστισμού και σε χώρους που δεν αερίζονται καλά.
Η κλινική εικόνα της νόσου χαρακτηρίζεται απο απότομη εμφάνιση ξηρού βήχα που οφείλεται στην αυξημένη παραγωγή βλέννας.Παρατηρείται επίσης άυξηση της συχνότητας του βήχα ύστερα απο άσκηση και μεταβολή της θερμοκρασίας καθώς και κατά την ψηλάφηση της τραχείας,ορώδες εως βλεννοπυώδες ρινικό και οφθαλμικό έκκριμα.Στα νεαρά ζώα και στα ανεμβολίαστα κουτάβια με μικτές μολύνσεις μπορεί να εμφανιστεί βακτηριδιακή πνευμονία ως επιπλοκή και θάνατοι.
Η διάγνωση τίθεται με τις αιματολογικές εξετάσεις όπου μπορούν να είναι φυσιολογικές ή να εμφανίσουν ουδετεροφιλία και λεμφοπενία, με ακτινογραφήματα του θώρακα όπου μπορεί να διαπιστωθεί άυξηση της ακτινοσκιερότητας του διάμεσου ιστού του πνευμονικού παρεγχύματος,με κυτταρολογική εξέταση της αεροφόρου οδού,καλλιέργειες,απομόνωση των ιών και τίτλους αντισωμάτων.
Η θεραπεία στηρίζεται κατά κύριο λόγο στα αντιβιοτικά(δοξυκυκλίνη,αμοξικυλλίνη-κλαβουλανικό οξύ,αζιθρομυκίνη,ενροφλοξασίνη,τριμεθοπρίμη-σουλφοναμίδες).Στη μη επιπλεγμένη μορφή της νόσου μπορούν να δοθούν γλυκοκορτικοειδή σε αντιφλεγμονώδη δόση μεχρι 5 ημέρες αλλά αυτό αντεδείκνυται σε σκύλους με βρογχοπνευμονία.Τα προληπτικά μέτρα στηρίζονται στον εμβολιασμό των ζώων,στην αποφυγή συνωστισμού,στην απομόνωση των άρρωστων ζώων και στην απολύμανση των χώρων και των αντικειμένων.
Ένα σύνηθες νόσημα που αντιμετωπίζει ο κτηνίατρος πολλές φόρες στο ιατρείο είναι η λοιμώδης αναπνευστική νόσος ή το σύνδρομο της ανώτερης αναπνευστικής οδού της γάτας.Οι υπεύθυνοι αιτιολογικοί παράγοντες της νόσου είναι ο ερπητοιός,ο καλυκοιός,η chlamydophilafelis,η bordetellabronchisepticaκαι στο mycoplasmafelis.Η μετάδοσή της προκαλείται από την άμεση επαφή,την σκόνη και με τα νεφελοποιημένα μικροσταγονίδια.Η κλινική εικόνα του ερπητοιού χαρακτηρίζεται από ρινίτιδα,τραχειίτιδα,λαρυγγίτιδα και επιπεφυκίτιδα.Επίσης παρατηρείται πταρμός,ορώδες ως βλεννοπυώδες ρινικό και οφθαλμικό έκκριμα,βήχας,απώλεια της φωνής,αποβολή κατά τη διάρκεια της κυοφορίας και στα νεαρά γατάκια πανοφθαλμίτιδα που οδηγεί σε μόνιμες αλλοιώσεις στους οφθαλμούς,θανατηφόρο εγκεφαλίτιδα και βακτηριδιακή πνευμονία.Στον καλυκοιό παρατηρούνται έλκη στο βλεννογόνο της στοματικής κοιλότητας και του φάρυγγα,ρινίτιδα και επιπεφυκίτιδα.Στη χλαμυδοφίλωση παρατηρείται οξεία ή χρόνια αποφολιδωτική επιπεφυκίτιδα και βλεννοπυώδες μονόπλευρο ή αμφοτερόπλευρο οφθαλμικό έκκριμα.Η μπορντετέλωση συνοδεύεται από πταρμό,πυρετό και ρινικό έκκριμα.Η διάγνωση της νόσου στηρίζεται στην κλινική εικόνα ενώ η αιτιολογική διάγνωση τίθεται ύστερα από την καλλιέργεια βακτηριδίων,την απομόνωση και την ταυτοποίηση του ιού με την αλυσιδωτή αντίδραση της πολυμεράσης(PCR).Σε συμπτώματα που επιμένουν ή που υποτροπιάζουν θα πρέπει να γίνονται εξετάσεις για ανίχνευση αντισωματών και αντιγόνων για FeLVκαι FIV.
Η θεραπεία της νόσου θα πρέπει να γίνεται στο σπίτι και όχι στο νοσηλευτήριο για την αποφυγή της μετάδοσής της στις άλλες νοσηλευόμενες γάτες και στηρίζεται στην υποστηρικτική σε συνδιασμό με την χορήγηση αντιβιοτικών και αντιικών φαρμάκων.Η υποστηρικτική θεραπεία περιλαμβάνει την τακτική απομάκρυνση του εκκρίματος από τους οφθαλμούς και από τους μυκτήρες,η χορήγηση ορών γίνεται ανάλογα με τις ανάγκες του ζώου,σε γάτες με στοματίτιδα και φαρυγγίτιδα χορηγούνται μαλακές ή ρευστές τροφές ενώ οι νεκρωτικές αλλοιώσεις της στοματικής κοιλότητας καθαρίζονται με διάλυμα χλωρεξιδίνης.Τα αντιβιοτικά που χρησιμοποιούνται είναι η δοξυκυκλίνη,αμοξυκιλλίνη/κλαβουλανικό οξύ,κεφαλοσπορίνη ή φθοριοκινολόνες.Για την θεραπεία των οφθαλμών συνιστάται η ιδοξουριδίνη,η βιδαραβίνη,η τριφλουριδίνη κάθε 4-6 ώρες για 2-3 εβδομάδες ενώ σε περιπτώσεις που η μόλυνση οφείλεται στα Chlamydophilaκαι Mycoplasma χρησιμοποιούνται οφθαλμικές αλοιφές που περιέχουν τετρακυκλίνες για 3-4 εβδομάδες.Η πρόληψη της νόσου στηρίζεται στο εμβολιακό πρόγραμμα,στην αποφυγή επαφής με τις μολυσμένες γάτες,στην απομόνωση των νεοεισερχόμενων ζώων,στην αποφυγή συνωστισμού και στους κανόνες υγιεινής.
Για την αποτελεσματική αντιμετώπιση και πρόληψη των παραπάνω νοσημάτων θα πρέπει να εκπαιδεύσουμε τους ιδιοκτήτες των ζώων να ακολουθούν τα εμβολιακά προγράμματα των νεαρών αλλά και των ενηλίκων ζώων,θα πρέπει να τηρούν τις συνθήκες υγιείνης στους χώρους διαμονής τους και τέλος θα πρέπει να έχουν την κατάλληλη υπομονή για το χρόνο της θεραπείας και για το κόστος των απαραίτητων εξετάσεων.
ΠΗΓΕΣ
CLINICAL VETERINARY ADVISOR DOGS AND CATS (Etienne Cote)
ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΚΤΗΝΙΑΤΡΙΚΗΣ ΤΩΝ ΜΙΚΡΩΝ ΖΩΩΝ (SAUNDERS)
Clinical Medicine of the dog cat (Schaer)
SMALL ANIMAL INTERNAL MEDICINE (NELSON COUTO)