H EΡΛΙΧΙΩΣΗ, Η ΑΝΑΠΛΑΣΜΩΣΗ ΚΑΙ Η ΚΥΚΛΙΚΗ ΘΡΟΜΒΟΚΥΤΤΑΡΟΠΕΝΙΑ ΣΤΟ ΣΚΥΛΟ
Ένα σημαντικό πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε αρκετά συχνά στους σκύλους είναι η ερλιχίωση η οποία μεταδίδεται με το σάλιο των προσκολλημένων κροτώνων(τσιμπούρια)που μολύνονται όταν μυζούν αίμα από τους σκύλους φορείς.Τέλος οι ερλίχιες μπορούν να μεταδοθούν και με τη μετάγγιση αίματος.
Η κλινική εικόνα(συμπτώματα) της νόσου διαχωρίζεται στην οξεία φάση η οποία εμφανίζεται 1-3 εβδομάδες ύστερα από τη μόλυνση και τα συμπτώματα μπορεί να είναι ήπια ή έντονα και διαρκούν 2-4 εβδομάδες.Στη φάση αυτή τα συμπτώματα που μπορούν να παρατηρηθούν είναι παροδικός πυρετός,ανορεξία,κατάπτωση,γενικευμένη λεμφογαγγλιομεγαλία,ηπατομεγαλία,σπληνομεγαλία,οίδημα των άκρων και του οσχέου,πετέχειες και εκχυμώσεις στο δέρμα και στους βλενογόνους και πυώδη πολυαρθρίτιδα.Στην εργαστηριακή εξέταση του αίματος μπορεί να διαπιστωθεί θρομβοκυτταροπενία(μειωμένος αριθμός αιμοπεταλίων),αναιμία,λευκοκυτταροπενία και αύξηση των ηπατικών ενζύμων.Στη χρόνια φάση η κλινική εικόνα της νόσου χαρακτηρίζεται από την απώλεια του σωματικού βάρους,το πυρετό,αιμοραγική διάθεση(πετέχειες και εκχυμώσεις,επίσταξη,μέλαινα,αιματουρία),ωχρότητα των βλενογόνων,γενικευμένη λεμφογαγγλία,σπληνομεγαλία,ηπατομεγαλία και πολυαρθρίτιδα.Στα αιματολογικά ευρήματα περιλαμβάνονται η μη αναγεννητική αναιμία,η θρομβοκυτταροπενία και η λευκοκυτταροπενία.Στα βιοχημικά ευρήματα περιλαμβάνεται η υπερσφαιριναιμία,υπολευκοματίναιμια,η πρωτεινουρία και λιγότερο συχνά παρατηρείται βαριά νεφροπάθεια.
Η διάγνωση της νόσου στηρίζεται στον ορολογικό έλεγχο με τον έμμεσο ανοσοφθορισμό(ανίχνευση αντισωμάτων),με την ELISA(με TESTπου κυκλοφορούν στο εμπόριο),με την αλυσιδωτή αντίδραση της πολυμεράσης(PCR)που επιβεβαιώνει τη διάγνωση της νόσου με την ανίχνευση του DNA του μικροοργανισμού στο αίμα και επιπλέον ταυτοποιεί το είδος και στην κυτταρολογική εξέταση(με την ανεύρεση ενδοκυτταρικών μοριδίων της Ehrlichiasppστα λευκά αιμοσφαίρια του περιφερικού αίματος).
Η διαφορική διάγνωση θα πρέπει να γίνεται από τον πυρετό των βραχωδών όρεων,το μυέλωμα,το λέμφωμα,λευχαιμία,μυελοδυσπλασία και την λεπτοσπείρωση.
Η θεραπεία της νόσου περιλαμβάνει τη χορήγηση από το στόμα δοξυκυκλίνης(5-10mg/kgΣΒ κάθε 12 ώρες για ένα μήνα),τετρακυκλίνης(22mg/kgΣΒ κάθε 8 ώρες για ένα μήνα) με εναλλακτικές επιλογές τη μινοκυκλίνη και τη χλωραμφαινικόλη.Η διπροπιονική ιμιδοκάρβη(δύο δόσεις των 5mg/kgΣΒ ενδομυικά,με μεσοδιάστημα 2 εβδομάδων)επιταχύνει την υποχώρηση των συμπτωμάτων αν και πρόσφατες μελέτες έχουν δείξει ότι δεν εξαλείφει τον μικροοργανισμό.Η υποστηρικτική αγωγή(ολικό αίμα ή προιόντα αίματος,κρυσταλοειδή διαλύματα) επιβάλλεται σε ορισμένα περιστατικά,ενώ σε περίπτωση ανοσολογικών επιπλοκών(θρομβοκυτταροπενία,πολυαρθρίτιδα,αγγειίτιδα,μηνιγγίτιδα) συνιστάται η παράλληλη χορήγηση γλυκοκορτικοειδών(κορτιζόνη).Κατά τη διάρκεια της θεραπείας στην οξεία και στην ήπια χρόνια φάση της ερλιχίωσης τα συμπτώματα υποχωρούν μέσα σε 48 ώρες,ο αριθμός των αιμοπεταλίων αρχίζει να αυξάνεται μέσα σε 2-7 ημέρες από την έναρξη της θεραπευτικής αγωγής και αποκαθιστάται πλήρως σε 14 ημέρες,η υπερσφαιριναιμία υποχωρεί μέσα σε 6-9 μήνες και οι περισσότεροι σκύλοι γίνονται οροαρνητικοί σε 6-9 μήνες μετά το τέλος της θεραπείας.Σε ορισμένους σκύλους ο τίτλος των αντισωμάτων διατηρείται υψηλός για χρόνια μετά την ανάνηψη,γεγονός που υποδηλώνει τη συνέχιση της κατάστασης του φορέα ή την ιδιάζουσα κινητική του τίτλου αντισωμάτων.Στις περιπτώσεις αυτές θα πρέπει να γίνεται PCR και να είναι αρνητική δύο εβδομάδες μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας και να παραμένει αρνητική μέχρι και δύο μήνες μετά.
Η αναπλάσμωση προκαλείται από το Αnaplasmaphagocytophilum όπου μεταδίδεται από τους κρότωνες του γένους Ixodes στους σκύλους,στις γάτες,στα άλογα,στα μικρά μυρηκαστικά, στον άνθρωπο.Τα ποντίκια είναι η φυσική δεξαμενή του μικροοργανισμού του παρασίτου.
Τα περισσότερα περιστατικά που αντιμετωπίζουμε προσκομίζονται στο ιατρείο με την οξεία μορφή της νόσου αν και η λοίμωξη ενδέχεται να υφίσταται τους τελευταίους έξι μήνες.Στις ήπιες κλινικές εκδηλώσεις της νόσου παρατηρείται πυρετός,λήθαργος και αρθρικός και μυικός πόνος.Στα συχνά εργαστηριακά ευρήματα περιλαμβάνεται η θρομβοκυτταροπενία,η λεμφοκυτταροπενία και η αύξηση της δραστηριότητας της αλκαλικής φωσφατάσης.
Η διάγνωση της νόσου στηρίζεται στην ανεύρεση των κοκκιοκυτταρικών μοριδίων,στον αυξανόμενο τίτλο αντισωμάτων στην εξέταση ζεύγους ορών και στην ανίχνευση του DNA του Α.phagocytophilum με την PCR.
Η νόσος θα πρέπει να διφοροποιείται από την μονοκυτταρική ερλιχίωση,τον κηλιδώδη πυρετό των βραχώδων όρεων,την ηπατοζωονόσο,τον συστηματικό ερυθηματώδη λύκο,το μυέλωμα,το λέμφωμα και την λευχαιμία.
Η θεραπεία της νόσου περιλαμβάνει τη χορήγηση της δοξυκυκλίνης(5-10mg\kgΣΒ από το στόμα κάθε 12 ώρες για 21 ημέρες) και η τετρακυκλίνη(22mg\kgΣΒ από το στόμα κάθε 8 ώρες για 21 ημέρες).
Η κυκλική θρομβοκυτταροπενία προκαλείται από το Anaplasmaplatysτο οποίο πολλαπλασιάζεται αποκλειστικά στα αιμοπετάλια και η μετάδοση της νόσου γίνεται με τους κρότωνες.
Το σύνηθες είναι ότι οι περισσότεροι σκύλοι δεν παρουσιάζουν συμπτώματα επειδή η παθογόνος δράση του Α.platys είναι μικρή.Η θρομβοκυτταροπενία εμφανίζεται κάθε 10-14 ημέρες σε κύκλους που συμπίπτει με την βακτηριδιαιμία.Άλλα εργαστηριακά ευρήματα που μπορεί να παρατηρηθούν είναι η ήπια ορθοκυτταρική,ορθόχρωμη και μη αναγεννητική αναιμία,η λευκοκυτταροπενία,η υπολευκωματιναιμία και η υπερσφαιριναιμία.
Η διάγνωση της νόσου βασίζεται στην ορολογική εξέταση,την PCR,και την κυτταρολογική εξέταση του αίματος.Διαφορική διάγνωση θα πρέπει να γίνεται από την ερλιχίωση,ρικετσίωση και από τα φάρμακα που προκαλούν θρομβοκυτταροπενία(σισπλατίνη,κυκλοφωσφαμίδη,δοξορουβικίνη).
Ηθεραπεία της νόσου περιλαμβάνει τη χορήγηση της δοξυκυκλίνης(5-10mg\kgΣΒ από το στόμα κάθε 12 ώρες δια 15 ημέρες) και η τετρακυκλίνη(22mg\kgΣΒ από το στόμα κάθε 8 ώρες για 15 ημέρες).
Όσο αναφορά την πρόληψη χρησιμοποιούνται εξωπαρασιτοκτόνα που κυκλοφορούν στο εμπόριο με τη μορφή αμπούλας,σπρέυ, περιλαιμίων,τον προσεκτικό έλεγχό τους για την άμεση απομάκρυνση των κροτώνων και για την σωστή εφαρμογή τους θα πρέπει να διαβάζουμε προσεκτικά τις οδηγίες τους.Επίσης σκύλοι που θεραπεύτηκαν από τη νόσο μπορεί να επαναμολυνθούν και τέλος δεν θα πρέπει να γίνεται αλόγιστη χρήση των φαρμάκων επειδή ενδέχεται να οδηγήσει στην εμφάνιση αντιβιοάντοχων στελεχών.